Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

Για τα πανηγύρια...


Της Ρέας Βιτάλη

Πανηγύρι στην Τήνο. Από τούτον το μήνα…Όρεξη νάχεις! Στην κεντρική πλατεία χωριού, των 8 κατοίκων. Σε μια μέρα, ανέβηκε ο πληθυσμός του, χίλια τα εκατό! Τραπέζια στη σειρά, τραπεζομάντηλα καρώ, λούζα και τηνιακό τυρί και η μαεστρία κάθε νοικοκυράς κερασμένη σε μικρό άσπρο πιατάκι.


Ο Διόνυσος, η Παναγία, ο προστάτης Άγιος…Όλοι παρόντες. Ιδίως ο προστάτης Άγιος…Απολύτως αξιοσέβαστος ως ενδιάμεσος, ως δικός «τους» άνθρωπος…Πέφτει ψηλά ο ουρανός… Που να φτάσει ως εκεί η φωνή τους; Πώς να παρακάμψουν την ουρά του ανθρώπινου πόνου; Που να πάρεις σειρά απευθυνόμενος στο Θεό! Κατέφυγαν πονηρά στο δικό «τους» άγιο. Να τον κανακεύουν, να τον δωροδοκούν, να του τάζουν, να έχουν ένα μέσον ρε αδελφέ… Έλληνες!

Στην κεντρική πλατεία λοιπόν. Γιορτάζουμε την Αγία Στιγμή. Την ιερότερη όλων. Το απόλυτο –τώρα- το Ελληνικό! Η ρακή ρέει, στόματα γελούν αποκαλύπτοντας ...
...οδοντοστοιχίες «ότι απέμειναν» στο χρόνο, ο ήλιος σε ρίγες μέσα από τα καλάμια, ένας κόκορας κάπου στο βάθος ξελαρυγγιάζεται, μουσική από μεγάφωνα που γρατσουνάνε. Και κάποια στιγμή ο κυρ-Νικολής σηκώνεται αργά στην πίστα και τραβάει μια ζεμπεκιά «δυο πόρτες έχει η ζωή άνοιξα μια και μπήκα κι όσο ναρθεί το δειλινό από την άλλη βγήκα». Η Φρατζέσκα του χτυπάει παλαμάκια. Και μετά σαν από αντίδραση, στο μελαγχολικό στίχο της Ευτυχίας…Ξεσπάνε σ΄ένα μπάλο και πιάνονται κι άλλοι στη σειρά. Κι αντικρίζονται και ξεμακραίνουν και ξανανταμώνουνε. Σαν τα καράβια στις θάλασσες. Νέοι και γέροι ανακατεμένοι. Από τη μια σώματα σμιλεμένα, που επιδεικνύονται ναρκισσιστικά και από την άλλη, σώματα που διακόρευσε ο χρόνος κι είναι εδώ για να θυμηθούν αυτά που έχασαν, αυτά που πέταξαν μέσα από τα χέρια τους σαν περιστέρια. Οι άνδρες να εξευμενίσουν τη «συμφορά» με σόκιν ανέκδοτα και οι γυναίκες να πιάσουν τα υπονοούμενα στον αέρα. Να τσουγκρίσουν ρακιές για «ότι απόμεινε». Κι είναι τόσο άδικο αυτό που απόμεινε καθώς ο Θεός σαδιστικά μουτζουρώνει τη ζωγραφιά, τσαλακώνει το δημιούργημά. Και οι γυναίκες μοιάζουν ξαφνικά με άνδρες. Τι σόι τελειωτική σφαλιάρα είναι αυτή; Και τότε ένα κραγιόν πεταμένο στα χείλη σαν χλαπάτσα και ένα δακτυλίδι που στραγγαλίζει το δάκτυλο και δυο στήθη που πήραν τον απόλυτο κατήφορο και μπλε φλέβες στα πόδια σαν δρόμοι αταξίδευτοι σε χάρτες…Θαρρείς βγάζουν τη γλώσσα κοροιδευτικά στην ανθρώπινη πορεία.

Κι έτσι όπως τους βλέπω να δονούνται πάνω στο μπάλο, να τραντάζονται, ν΄αφήνουν ελεύθερη τη ψυχή να μαλαγανέψει με το χρόνο που τρέχει… Στριφογυρίζει στα χείλη η φράση «τι κρίμα τα νιάτα να χαραμίζονται στους νέους!»…Τι κρίμα! Γρήγορα που τρέχει ο χρόνος!...

Πόσο λυπάμαι για τα «δεδομένα» της ζωής που ίσως αδίκησα. Πόσο φοβάμαι μη μου θυμώσουν και ζητήσουν εκδίκηση…Και τότε θάμαι πραγματικά για τα πανηγύρια…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου