Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

Πού θα θάψουμε τον Γερμανό;


του Δημήτρη Καμπουράκη

Το επίσημο αίτημα του Γιόχαν, δίχασε αμέσως το χωριό. Οι μισοί είπαν συγκαταβατικά «ας το δεχτούμε», οι άλλοι μισοί αντιτάχθηκαν σ’ αυτό με οργή. Στο καφενείο άναψαν οι συζητήσεις των ανδρών, στις αυλές οι αντιπαραθέσεις των γυναικών. Οι αρχές κάνουν το κορόιδο, περιμένοντας να δουν που θα καταλήξει ο ανεπίσημος δημόσιος διάλογος. Κι ο Γιόχαν περιμένει πάνω από δεκαπέντε μήνες, για να λάβει απάντηση σ’ ένα θέμα που για μας τους υπόλοιπους είτε δεν υπάρχει καν, είτε λύνεται μέσα σε τρία λεπτά.

Ο Γιόχαν είναι Γερμανός. Το ίδιο κι η γυναίκα του, της οποίας το όνομα δε θυμάμαι. Από το Ντίσελντορφ. Ήρθαν τουρίστες στην περιοχή πριν δεκαοχτώ χρόνια, τους άρεσε, αγόρασαν μέσω ενός μεσιτικού γραφείου ένα χωράφι στις παρυφές του χωριού κι έχτισαν ένα σπίτι. Τα πρώτα χρόνια, το ζευγάρι ερχόταν μόνο το καλοκαίρι, αλλά αφότου πήραν σύνταξη εγκαταστάθηκαν μόνιμα σ’ αυτό.

Το χωριό ούτε τους καλοδέχτηκε, ούτε τους αποπήρε. Απλώς τους συνήθισε. Δεν δημιούργησαν ποτέ κανένα πρόβλημα, αλλά για να πούμε την αλήθεια δεν ενσωματώθηκαν κιόλας στη μικρή κοινότητα. Άλλα τα ήθη τα δικά τους, άλλα τα ήθη των χωριανών. Έμαθαν σπαστά ελληνικά, ψωνίζουν πότε-πότε από το χωριό, λένε «καλημέρα» και «τι κάνεις;» με τους γείτονες τους, αλλά παρέα κάνουν με άλλους Γερμανούς και Αυστριακούς που έχουν σπίτια στην ευρύτερη περιοχή. Ούτε ενοχλούν, ούτε τους ενοχλούν. Οι χωριανοί ξέρουν ελάχιστα πράγματα γι’ αυτούς (αυτός ήταν μηχανικός, αυτή νηπιαγωγός, έχουν μία κόρη) και δεν έχουν ιδέα για τις κοινωνικές ή πολιτικές τους αντιλήψεις. Το ίδιο εύκολα θα μπορούσαν να είναι μέλη του Ναζιστικού κόμματος ή οπαδοί των Μπάαντερ-Μάϊνχοφ. Ζουν πάντως μόνιμα στο χωριό εδώ και δώδεκα χρόνια.

Ο καιρός όμως περνά γρήγορα, οι άνθρωποι γερνάνε, και ένα πρωί εμφανίστηκε ο (προνοητικός) Γιόχαν στον παπά και ζήτησε να αγοράσει έναν τάφο στο νεκροταφείο του χωριού. Όταν πεθάνουν θέλουν να ταφούν στο χωριό, είπαν. Στις μεγάλες πόλεις, τα νεκροταφεία ανήκουν στους Δήμους. Δεν ξέρω τι γίνεται σε άλλα χωριά, στο συγκεκριμένο πάντως η διαχείριση του νεκροταφείου ανήκει στην εκκλησία, δηλαδή στον παπά και τους τρεις επιτρόπους που είναι απλοί χωριανοί.

Δεν ξέρω για ποιον λόγο. Ίσως επειδή το χωράφι ανήκε στην εκκλησία και το ‘δωσε για νεκροταφείο. Μόλις υπεβλήθη το αίτημα, στο χωριό έγινε χαλασμός Κυρίου. Καταγράφω μερικά από τα επιχειρήματα που διατυπώνονται κι από τις δύο πλευρές, εξηγώντας ότι ...
... οι άνθρωποι του χωριού θεωρούν το νεκροταφείο τους ένα παράλληλο χωριό πάνω στο οποίο έχουν καθοριστικό λόγο. Επίσης, ούτε ξέρουν, ούτε υπολογίζουν τι λένε οι νόμοι πάνω σ’ αυτό το περίπλοκο θέμα:

- Να πάνε να τους θάψουν εκεί που γεννηθήκανε. Τι δουλειά έχουν εδώ; (Αρνητική θέση).

- Αφού έζησαν εδώ τα στερνά τους και προτιμούν να ταφούν εδώ κι όχι στη Γερμανία, σημαίνει ότι ένιωσαν την Ελλάδα σαν δεύτερη πατρίδα τους. (Θετική).

- Αν θέλουν σώνει και καλά να ταφούν στο χωριό, να τους θάψουν στο χωράφι τους, όχι στο νεκροταφείο μας (Αρνητική).

- Αυτή τη δουλειά θα κάνουμε; Θα θάβουμε ανθρώπους σε αυλές και χωράφια; Υπάρχουν λόγοι υγιεινής. Να πάνε στο νεκροταφείο να τελειώνουμε. (Θετική).

- Δεν θα θάψουμε δίπλα σε Έλληνες, αυτούς που στην Κατοχή τους έστηναν στον τοίχο και τους εκτελούσαν. (Αρνητική).

- Αυτά έγιναν πριν δυο γενιές, ως πότε θα τα κουβαλάμε αυτά τα βιώματα του παρελθόντος; (Θετική).

- Είκοσι δύο γενιές να περάσουν, αυτά δεν πρέπει να τα ξεχάσουμε. Αν μολύνουμε και λησμονήσουμε τα πάντα, πάει η πατρίδα. (Αρνητική).

- Όταν τους πουλάγαμε τα χωράφια μας και παίρναμε τα λεφτά τους, τον είχαμε ξεχάσει τον πατριωτισμός μας, έτσι; Τώρα που πέθαναν και δεν οικονομάμε τίποτα απ’ αυτούς, τον ξαναθυμηθήκαμε. (Θετική).

- Να πάνε στη Μέρκελ που μισεί του Έλληνες, να τους θάψει αυτή. (Αρνητική).

- Αυτοί όμως δε μας μισούν. Γι’ αυτό μένουν εδώ. Ο κάθε άνθρωπος κρίνεται από τις προσωπικές του θέσεις, όχι απ’ αυτά που κάνει η κυβέρνηση της χώρας του ή απ’ αυτά που έκαναν οι παππούδες του. (Θετική).

- Κι αυτοί που εκτελούσαν κι έδερναν, κανονικοί άνθρωποι και οικογενειάρχες ήταν. Όταν όμως βρεθούν πολλοί μαζί δεν είναι πια μεμονωμένοι Γερμανοί, αλλά η ίδια η Γερμανία. Να έρχονται οι Γερμανοί να κάνουν διακοπές δεν έχουμε αντίρρηση. Βολεύει κι αυτούς, κι εμάς. Να έρθει όμως η Γερμανία και να θρονιαστεί εδώ, δεν θα το επιτρέψουμε. (Αρνητική).

- Τόσοι δικοί μας μετανάστες και Έλληνες δεύτερης και τρίτης γενιάς έφαγαν ψωμί εκεί πάνω και πολλοί απ’ αυτούς πέθαναν. Εκεί δεν τους θάψανε; Κι έπειτα, τους πεθαμένους φοβόμαστε; Η άρνηση μας μόνο στενοκεφαλιά και απανθρωπιά δείχνει. (Θετική).

- Δεν είναι Ορθόδοξοι. Είναι καθολικοί ή προτεστάντες. Τι ζητούν σε Ορθόδοξο νεκροταφείο; Να τους πάνε σε δικό τους. (Αρνητική).

- Τέτοιο νεκροταφείο δεν υπάρχει σ’ όλη την Κρήτη, διότι ως τώρα ούτε ανάγκη υπήρχε, ούτε κανένας θα επέτρεπε να γίνει στην περιοχή του. Λέγοντας λοιπόν «να πάνε σε δικό τους νεκροταφείο», πρακτικά πάλι στη Γερμανία τους στέλνουμε. Ας τους βάλουμε σε μία άκρη του νεκροταφείου μας με αξιοπρέπεια να ξεμπλέξουμε. Ποιόν θα ενοχλήσουν; (Θετική).

- Κατά την εκκλησία μας αυτοί είναι αιρετικοί. Δεν τους κάνουν καν εξώδιο ακολουθία στην εκκλησία μας. Και θα τους θάψουμε στο νεκροταφείο μας; Θα λιβανίζω εγώ τον πατέρα μου και θα λιβανίζεται δίπλα και ο αιρετικός; (Αρνητική).

- Εδώ οι παπάδες μας έχουν ευχές ευλογίας για τα πρόβατα, τα γίδια, τα πιθάρια με το λάδι και τα αυτοκίνητα. Για πεθαμένους ανθρώπους και μάλιστα Χριστιανούς, δεν έχουν; Στο τέλος-τέλος, άλλου δόγματος είναι όχι άλλης θρησκείας. (Θετική).

Ο κατάλογος των επιχειρημάτων είναι και ατέλειωτος και αξιοπρόσεκτος. Αντιμετωπίζω με τον ίδιο σεβασμό και το βαθιά ριζωμένο εθνικό και θρησκευτικό βίωμα, όσο και την ανοικτή στο μέλλον ματιά. Καταγράφω και προβληματίζομαι, διότι σύντομα το πρόβλημα θα είναι μεγάλο. Στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο μας και στην γεμάτη ξένους Ελλάδα, το θέμα ήδη τίθεται με οξύτητα. Η επίσημη εκκλησία και το κράτος πρέπει το συντομότερο να συνεννοηθούν και να επιλύσουν οριστικά και καθαρά το θέμα. Όσο θα παραμένει εκκρεμές, θα οδηγεί σε αυθαιρεσίες, σε συγκρούσεις στο εσωτερικό των μικροκοινωνιών αλλά και σε προσωπικές τραγωδίες.

(Για να μη νομίσει κανείς ότι εγώ δεν παίρνω θέση, τάσσομαι υπέρ του αιτήματος του Γιόχαν. Από καθαρά φιλοσοφική τοποθέτηση αδιαφορώ πλήρως τι θ’ απογίνω μετά θάνατον, αν θα ταφώ ή θα καώ και ποιους θα έχω δίπλα μου. Πιστεύω ότι μαζί με την έσχατη ανάσα μας αφήνουμε οριστικά την προσωπικότητα μας, την θρησκευτική, εθνική και ιστορική μας ταυτότητα. Όλοι μας ανεξαιρέτως, Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Προτεστάντες, Μουσουλμάνοι, Ινδουιστές, άσπροι, μαύροι και κίτρινοι, γινόμαστε απλώς χώμα ανακύκλωσης. Και βέβαια, δεν πιστεύω στην αυθυπαρξία του πνεύματος, αλλά αυτό αφορά μόνο εμένα.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου